Τι επισημαίνουν επιστήμονες από τα Πανεπιστήμια της Αθήνας και της Πάτρας και το Royal Free Hospital NHS Foundation Trust.

Η σχέση καρδιαγγειακού κινδύνου με τα προβλήματα σεξουαλικής δυσλειτουργίας σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, αξιολογήθηκε σε μελέτη που δημοσιεύτηκε χθες στο επιστημονικό περιοδικό Journal of Sexual Medicine.

Η μελέτη υπογράφεται από τους Αν. Αρμένη, Ελ. Αρμένη, Αρ. Αυγουλέα, Δ. Δελιάλη, Λ. Αγγελιδάκη, Μ. Παπαϊωάννου, Γ. Καπαρό, Αν. Αλεξάνδρου, Ν. Γεωργόπουλο, Ν. Βλάχο, Κ. Σταματελόπουλο και Ειρ. Λαμπρινουδάκη από τα Πανεπιστήμια της Αθήνας και της Πάτρας και το Royal Free Hospital NHS Foundation Trust.
Όπως αναφέρει η συντακτική ομάδα, η γυναικεία σεξουαλική δυσλειτουργία σχετίζεται με την επιβάρυνση των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου. Στόχος ήταν να αξιολογήσουν την πιθανή σχέση μεταξύ λειτουργικών δεικτών αγγειακής λειτουργίας και βαθμολογιών σεξουαλικής δυσλειτουργίας σε φαινομενικά υγιείς μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.

Στη μελέτη συμμετείχαν 116 μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που υποβλήθηκαν σε αξιολόγηση της ενδοθηλιακής λειτουργίας με μέτρηση της διαστολής μέσω ροής της διακλαδωτής αρτηρίας και εκτίμηση αρτηριακής ακαμψίας με μέτρηση της ταχύτητας παλμού καρωτίδας – μηριαίου κύματος.

Χρησιμοποιήθηκε η κλιμακτηριακή κλίμακα Greene για την αξιολόγηση της αγγειοκινητικής συμπτωματολογίας, ο Δείκτης Γυναικείας Σεξουαλικής Λειτουργίας (FSFI) και η Απογραφή κατάθλιψης Beck για την αξιολόγηση της διαταραχής της διάθεσης. Η χαμηλή σεξουαλική λειτουργία ορίστηκε ως βαθμολογία FSFI <26,55. Τα ευρήματα έδειξαν πως οι χαμηλότερες βαθμολογίες σεξουαλικής λειτουργίας σχετίζονται με επιδείνωση της αγγειακής λειτουργίας, που εκδηλώνεται κυρίως ως αρτηριακή σκλήρυνση, συμβάλλοντας περαιτέρω στις αλλαγές της συστολικής αρτηριακής πίεσης. Η αξία αυτής της μελέτης είναι το προσεκτικά επιλεγμένο υγιές δείγμα μετεμμηνοπαυσιακών γυναικών, με ταυτόχρονη αξιολόγηση της κλιμακτηριακής συμπτωματολογίας και των διαταραχών της διάθεσης. Οι περιορισμοί περιλαμβάνουν το μικρό μέγεθος δείγματος, τον διατομικό σχεδιασμό και την πρόσληψη διαδοχικών εξωτερικών ασθενών σε πανεπιστημιακή κλινική εμμηνόπαυσης. Οι επιστήμονες τονίζουν πως περαιτέρω μελέτες και παρεμβάσεις για τη βελτίωση της σεξουαλικής λειτουργίας θα πρέπει να αξιολογήσουν ακόμη περισσότερο την κλινική συνάφεια των ευρημάτων. https://www.iatronet.gr/